Της Μάνας του Κίτσου

Του Κίτσου η μάνα
Μια μέρα γκρίζα
Αργά ανηφόριζε
Προς τη Βουκίνα
Φορούσε ρούχα
Κόκκινα σκούρα
Δεν καταλάβαινε
Αυτά κι εκείνα…

Μακρά που ερχόνταν
Απ’ τ’ Αλαμάνο
Τουφέκια ανάρια
Μπουχός και σκόνη
Του Κίτσου η μάνα
Στάθηκε λίγο
Να αγναντέψει
Στου Λια τ’ αλώνι

Είδ’ από πέρα
Μοτοσυκλέτες
Να ’ρχόνται γρήγορα
Προς τη μεριά της
Σηκώθη αμέσως
Για να κινήσει
Να πάει σπίτι
Στη φαμελιά της

Έφτασε σπίτι
Πάει στο κατώι
Κι ύστερα μπήκε
Στην αποθήκη
Έψαξε, βρήκε
Δύο ταγάρια
Πήρε την τσότρα
Και το κατίκι

Δίνει του Κίτσου
Δύο καρβέλια
Φορτώνει τ’ άλογο
Και τη φοράδα
-Παρ’ την ευχή μου,
Την αδερφή σου
Κι εμπρός, στα βουνά
Που ζει η Ελλάδα!

Ο Κίτσος έσκυψε
Φιλεί το χέρι
Και σφιχταγκάλιασε
Τη δόλια μάνα
Παίρνει το Ντάνο,
Την αδερφή του
Ανοίγει φτερά
Προς την αλάνα

Πήραν αμέσως
Την ανηφόρα
Που οδηγούσε
Προς τον Αγιάννη
Μπήκαν στα πεύκα
Γοργά με φόρα
Πάνε σε μέρη
Που ο νους δεν φτάνει

Πέταξες Κίτσο
Ψηλά στ’ αστέρια
Προς τον Ωρίωνα
Και την Αθανασία
Σ’ έχασα γιέ μου
Και αδερφέ μου
Θρηνώ, καταριέμαι
Την προδοσία !…

Περιέχεται στην ποιητική συλλογή “ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΤΟΥ ΚΙΤΣΟΥ
ένα ποιητικό αφιέρωμα στην ηρωίδα μάνα
Μαρίνα Κόλλια-Τόγια (1890-1973)