ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΟΥΠΠΑΡΗΣ





              ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΓΕΡΣΙΣ 

Ήταν το χάραμα μέρας Μαρτιού, «Θεού Ευαγγελίας» 
που βγήκες απ’ τον λήθαργο του ύπνου τον βαθύ, 
εσήκωσες το μέτωπο, το βλέμμα την γροθιά σου,
την δόξα σου θυμήθηκες, πού  ’κρύβες στην καρδιά σου.
«Θάνατος ή Ελευθεριά», ψηλά στο λάβαρό σου.

Το μήνυμα απλώθηκε παντού στην οικουμένη 
και έγινε όρκος, φυλακτό και της καρδιάς παλμός.
Στη Ρούμελη και στον Μωριά, παντού ατσάλι και φωτιά.
Ποτάμι αίμα, στεναγμός, πίστη κι’ αυτοθυσία. 
Το κύμα ορμητικό! Ξεσηκωμός των σκλάβων! 

Μ’ αλήθεια πώς ετόλμησες κεφάλι να σηκώσεις; 
Εμέτρησες το μπόι σου, την κόψη του σπαθιού σου; 
Τον καλπασμό, τη δύναμη, καβάλα στ΄ άλογό σου;
Όλ’ αυτά δεν μέτρησαν, μα μόνο η ψυχή σου. 
Δεν δίστασες στιγμή, δεν έκανες πια πίσω. 

Τους «Ισχυρούς» συγκλόνισες με την αντρειοσύνη, 
δεν ήσουν ο «ραγιάς» που σ’ ήθελαν πολλοί,
αλλά των Αχαιών απόγονος, των Μυκηναίων πείσμα,
της σκέψης χρόνο-πέταγμα  πίσω παλιά στην Τροία,
στις Θερμοπύλες, τα «στενά», στις νεκρικές ασπίδες.

Ω συγκυρία, σύμπτωση, τα «Δίκαια» σου τότε, 
ήρθαν να συνταιριάσουνε με τα δικά τους «θέλω»,
και στους Εμπόρους των Εθνών, που πάντα γυροφέρνουν,  
βρήκες αδούλωτη ψυχή προσωρινό αποκούμπι,
για να κρατήσεις τ’ όνειρο, να μην χαθεί η ελπίδα.
 
Των φιλελλήνων στήριξη και οι φωνές στη «Δύση», 
έγιναν κύμα της οργής και πυρετός της λάβας. 
Ένας «προπάτορας» λαός του πνεύματος της Τέχνης,
να έχει μόνο παρελθόν, να χάνεται στην λήθη;
Δεν είναι κρίμα και άδικο να έχει τέτοια τύχη; 

Όλα σου γύρω ζοφερά και τ’ όνειρο να σβήνει,
του καντηλιού το τρέμουλο το μαρτυρεί το δείχνει.
Μα ω της «θείας πρόνοιας», που όλα τα ορίζει,
σαν το πουλί του «Φοίνικα» στις στάκτες σου γεννιέσαι 
και στης Παλλάδος Αθηνάς τους ώμους συ κρατιέσαι.

Πώς άντεξες τόση σκλαβιά λαέ βασανισμένε; 
Ο ήλιος τώρα ανέτειλε το φώς της Ιστορίας, 
μας παίρνει πίσω σε καιρούς, μύθους, βωμούς και εστίες.
Αρχαίο πνεύμα Ελληνικό πάντα θα φτερουγίζεις 
και τις καρδίες από χαρά, εσύ θα τις γεμίζεις. 

Του «εικοσιένα» ο σηκωμός ήταν «Θεού θελήσει»,  
της Ρωμιοσύνης πάτημα μπροστά να προχωρήσει, 
κι  αν μονιασμένη κρατηθεί, δόξες πολλές θα ζήσει. 
Το ξίφος στο θηκάρι του, το χέρι στην λαβή του,
αν χρειαστεί να τραβηχτεί, θα δείξει την τιμή του,
τη δύναμη, την αντοχή που κρύβει στην αιχμή του.